Δευτέρα 25 Ιουλίου 2016

Γιώργος Ιωάννου














Αυτό το απόστημα

Έτοιμος να χυμήξω, συσπειρώνομαι
μαζεύομαι στο φόβο, καιροφυλακτώ.

Απ' την ημέρα παραιτήθηκα νωρίς.
Συμμάζεψα τις άχρηστες ομολογίες.
Βάρυνα μες στην ενοχή ωρίμασα.

Αυτό το απόστημα θα σπάσει σαν τον ήλιο.


*************

Όταν αστράφτει

Έκλεισα το παράθυρο
κι αμέσως έπεσε η νύχτα.
Η μακρινή βροντή πάλι ξεχώρισε∙
λύθηκαν, κόπηκαν τα ήπατά μου.


Κρατάω με τα δόντια τον καιρό.
Βυθίζω μέσα στη μαυρίλα το μυαλό μου.


Ας άνοιγε η γη, ας με κατάπινε,
τουλάχιστο να μη γελούν, όταν αστράφτει.



Από τη συλλογή " Τα Χίλια  Δέντρα" (1963)
Φωτογραφία από tovima.gr

Σάββατο 23 Ιουλίου 2016

Γιώργης Μανουσάκης

















ΟΙ ΜΕΣΑ ΦΩΝΕΣ

Απ' όταν άρχισαν οι θόρυβοι
κι οι φωνές των ανθρώπων
να γίνονται μουντοί
σα να τους τύλιγε βαμπάκι
ξύπνησαν μέσα της οι άλλες
οι άγνωστες ως τότε φωνές.
Κι όσο οι παλιοί ήχοι σιγάνευαν
τόσο οι καινούριοι ακούγονταν
πιο καθαροί.

    Έτσι άρχισε
να μακραίνει απ ' τα παιδιά της
κι από τα εγγόνια, που μ' άσκημους
μορφασμούς, με φλέβες φουσκωμένες
απ' της φωνής τους την ένταση
προσπαθούν να τη μπάσουν ξανά
στη δίνη των νιτερέσων τους.

Αρνιέται επίμονα τ' ακουστικά
που της προτείνουν. Προτιμά
τις μέσα της ήρεμες φωνές,
Συνεννοείται καλύτερα
μαζί τους.  Ο κόσμος όλος έγινε
πιο πράος, πιο ειρηνικός
χωρίς εξάψεις και ίριδες.

***********

Η φωνή σου είναι μιά μουσική.
Με παρασύρουν οι τόνοι της
κάθομαι και παρακολουθώ πως ανεβαίνουνε
και κατεβαίνουν, το μελωδικό κουδούνισμα
κάποιου συμφώνου που απόμεινε
πίσω από τη σειρά των λόγων
και ηχεί μόνο του τόσο γλυκά
σαν καμπανούλα από κρύσταλλο.

Με ρωτάς κάτι και τα χάνω*
δεν άκουγα τι έλεγες.
Μεθούσα με τη μουσική της φωνής σου.

[ Γιώργης Μανουσάκης, Χώροι Αναπνοής, εκδ. Πρόσπερος]

Δευτέρα 18 Ιουλίου 2016

Allen Ginsberg












 Ουρλιαχτό

Ι.

Είδα τα καλύτερα μυαλά της γενιάς μου διαλυμένα από την τρέλα,
  υστερικά γυμνά και λιμασμένα,
να σέρνονται μέσα στους νέγρικους δρόμους την αυγή γυρεύοντας
  μιαν αναγκαία δόση,
χίπστερς με αγγελικά κεφάλια να φλέγονται για την αρχαία ουράνια ένωση
  με την αστρική γεννήτρια μέσα στη μηχανή της νύχτας,
που φτωχοί κουρελιασμένοι με βαθουλωμένα μάτια και φτιαγμένοι στάθηκαν
  καπνίζοντας μέσα στο υπερφυσικό σκοτάδι τιποτένιων διαμερισμάτων αιωρούμενοι
  πάνω από τις κορυφές των πόλεων βυθισμένοι στην τζαζ,
που πρόταξαν τους εγκεφάλους τους γυμνούς στον Ουρανό
 κάτω απ' τον εναέριο σιδηρόδρομο και είδαν
 αγγέλους Μωαμεθανούς να τρεκλίζουν φωτισμένοι σε ταράτσες πολυκατοικιών,
που πέρασαν απ ' τα πανεπιστήμια με ήρεμα ακτινοβόλα μάτια με παραισθήσεις
  του Αρκάνσας και τραγωδία με το φως του Μπλαίηκ ανάμεσα στους μελετητές
  του πολέμου,
που διώχτηκαν απ ' τις ακαδημίες λόγω τρέλας και έκδοσης
 στίχων ανήθικων στου κρανίου τα παράθυρα,
που διπλώθηκαν από τον φόβο ξεντυμένοι σε αξύριστα δωμάτια, καίγοντας
  τα λεφτά τους στα καλάθια των αχρήστων και ακούγοντας τον Τρόμο
  μέσ' απ' τον τοίχο...

Ένα μικρό απόσπασμα .


Εισαγωγή, μετάφραση, σημειώσεις : Γιάννης Λειβαδάς

[ Άλλεν Γκίνσμπεργκ, Ουρλιαχτό, εκδ. Ηριδανός]



Δευτέρα 11 Ιουλίου 2016

Νίκος Καββαδίας















 Γυναίκα


Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία.
Παίξε στον άνεμο τη γλώσσα σου και πέρνα.
Αλλού σε λέγανε Γιουδήθ, εδώ Μαρία.
Το φίδι σκίζεται στο βράχο με τη σμέρνα.

Από παιδί βιαζόμουνα, μα τώρα πάω καλιά μου.
Μια τσιμινιέρα με όρισε στον κόσμο και σφυρίζει.
Το χέρι σου, που χάιδεψε τα λιγοστά μαλλιά μου,
για μια στιγμή αν με λύγισε, σήμερα δε με ορίζει.

Το μετζαρόλι ράγισε και το τεσσαροχάλι.
Την τάβλα πάρε, τζόβενο, να ξαναπάμε αρόδο.
Ποιος σκύλας γιος μας μούντζωσε κι έχουμε τέτοιο χάλι,
που γέροι και μικρά παιδιά μας πήραν στο κορόιδο;

Βαμμένη. Να σε φέγγει κόκκινο φανάρι.
Γιομάτη φύκια και ροδάνθη, αμφίβια Μοίρα.
Καβάλαγες ασέλωτο με δίχως χαλινάρι,
πρώτη φορά, σε μια σπηλιά, στην Αλταμίρα.

Σαλτάρει ο γλάρος το δελφίνι να στραβώσει.
Τι με κοιτάς; Θα σου θυμίσω εγώ που μ' είδες.
Στην άμμο πάνω σ' είχα ανάστροφα ζαβώσει
τη νύχτα που θεμέλιωναν τις Πυραμίδες.

Το τείχος περπατήσαμε μαζί το Σινικό.
Κοντά σου ναύτες απ' την Ουρ πρωτόσκαρο εβιδώναν.
Ανάμεσα σε ολόγυμνα σπαθιά στο Γρανικό
έχυνες λάδι στις βαθιές πληγές του Μακεδόνα.

Πράσινο. Αφρός, θαλασσινό βαθύ και βυσσινί.
Γυμνή. Μονάχα ένα χρυσό στη μέση σου ζωστήρι.
Τα μάτια σου τα χώριζαν εφτά Ισημερινοί
μες στου Giorgione το αργαστήρι.

Πέτρα θα του 'ριξα και δε με θέλει το ποτάμι.
Τι σου 'φταιξα και με ξυπνάς προτού να φέξει.
Στερνή νυχτιά του λιμανιού δεν πάει χαράμι.
Αμαρτωλός που δε χαρεί και που δε φταίξει.

Βαμμένη. Να σε φέγγει φως αρρωστημένο.
Διψάς χρυσάφι. Πάρε, ψάξε, μέτρα.
Εδώ κοντά σου, χρόνια ασάλευτος να μένω
ως να μου γίνεις Μοίρα, Θάνατος και Πέτρα.
 
Ινδικός Ωκεανός 1951
Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία Παίξε στον άνεμο τη γλώσσα σου και πέρνα Αλλού σε λέγανε Γιουδήθ, εδώ Μαρία Το φίδι σκίζεται στο βράχο με τη σμέρνα Από παιδί βιαζόμουνα, μα τώρα πάω καλιά μου Μια τσιμινιέρα με όρισε στον κόσμο και σφυρίζει Το χέρι σου, που χάιδεψε τα λιγοστά μαλλιά μου για μια στιγμή αν με λύγισε, σήμερα δεν με ορίζει Βαμμένη. Να σε φέγγει κόκκινο φανάρι Γιομάτη φύκια και ροδάνθη, αμφίβια Μοίρα Καβάλαγες ασέλωτο με δίχως χαλινάρι πρώτη φορά, σε μια σπηλιά, στην Αλταμίρα Σαλτάρει ο γλάρος το δελφίνι να στραβώσει Τι με κοιτάς; Θα σου θυμίσω εγώ που μ’ είδες Στην άμμο πάνω σ’ είχα ανάστροφα ζαβώσει τη νύχτα που θεμέλιωναν τις Πυραμίδες Βαμμένη. Να σε φέγγει φως αρρωστημένο διψάς χρυσάφι. Πάρε, ψάξε, μέτρα Εδώ κοντά σου, χρόνια ασάλευτος να μένω ως να μου γίνεις Μοίρα, Θάνατος και Πέτρα

Πηγή : Andro.gr [ http://www.andro.gr/empneusi/top-5-poets-for-women/ ]

Σάββατο 9 Ιουλίου 2016

Οδυσσέας Ελύτης













Ο ΠΟΣΙΜΟΣ ΧΡΥΣΟΣ
ΚΑΤΑ ΤΟΝ P.B. SHELLEY

Όπου υπάρχει η ποίηση, εκεί κι ο Θεός.
Την ομορφιά εστιάζει. Επιτυγχάνει να
συμβιούν η αγαλλίαση κι ο τρόμος,
η θλίψη και η ηδονή, η αδιάκοπη
μεταβολή και η αιωνιότητα.

 Η ποίηση αφαιρεί απ' τα πράγματα το
πέπλο της συνήθεια* καθιστ΄ορατή την
αθέατη όψη του κόσμου* χάρη στην επικρά-
τειά της συνενώνονται όλα τ' ασυμβίβαστα.

 Καθετί που μέσα στο φως της κινείται
 ενσαρκώνει το πνεύμα που η ίδια εμπνέει.
 Μ' ένα είδος αλχημείας, μετατρέπει σε πόσιμο
χρυσό τα δηλητηριώδη νερά που ρέουν από τον 
θάνατο στη ζωή. Γιατί σκοπός της είναι η κρυμμένη
ομορφιά, μ' άλλα λόγια η απώτερη ουσία του κόσμου.
Τα πάντα υπάρχουν έτσι όπως συλλαμβάνονται,
ή τουλάχιστον σε σχέση με όποιον τα προσλαμβάνει.
Ο νούς βρίσκεται μέσα σ' ένα δικό του χώρο.
Μπορεί να φτιάξει έναν " Παράδεισο από κόλαση
ή μια κόλαση από Παράδεισο.

 Η ποίηση μας απαλλάσει απ' το να είμαστε δέσμιοι
των τυχαίων γεγονότων. Δημιουργεί μιάν άλλη ύπαρξη
μέσα στην ύπαρξή μας. Μας αναγκάζει να αισθανόμαστε
αυτό που με το λογικό μας γνωρίζουμε, και να φανταζόμαστε
αλλιώς αυτό που η γνώση μας έχει αποστηθίσει
που σημαίνει, δημιουργεί απ ' αρχής τον κόσμο.

[Οδυσσέας Ελύτης, 2χ7 ε , εκδ. Ίκαρος]





Παρασκευή 8 Ιουλίου 2016

Χριστόφορος Λιοντάκης















ΜΕΤΑΝΑΣΤΗΣ

Δίχως γλώσσα, μόνο τα χέρια και τα μάτια
στο άσυλο του πλήθους το πρόσωπό του ανθεί.
Στην πλαστική σακούλα ένα λευκό μπλουζάκι
λερωμένο, τα αθλητικά πλυμένα και περπατά
με της φιλανθρωπίας τα παλιομοδίτικα.
Κάτι χαρτιά μάλλον σε τίποτα δε χρησιμεύουν.
Με ένα κομμάτι πίτα κερασμένη, χαμογελά.
Το νάϊλον στα χέρια του δεν τρίζει, στα γόνατά του
το γυαλιστερό γίνεται λαμπερό - ένα ταμείο γαλήνης.

Η πολιτική γεωγραφία με ρωγμές
κι η διαλεκτική τρεκλίζει.



****************


Στο άνυδρο η αλήθεια τρεμοπαίζει.
Στο θέρος, που δε λέει να τελειώσει
αργά, όπως κυλά το μέλι
η πραγματικότητα λογογοδοτεί στο χρόνο
και  της ψυχής οι μώλωπες
κρυμμένοι μ' επιμέλεια τόσον καιρό
ανάγλυφα προβάλλουν

[ Χριστόφορος Λιοντάκης, Με το φως, εκδ. Καστανιώτη]


Τετάρτη 6 Ιουλίου 2016

Χάρης Βλαβιανός















Γιατί γράφω ποίηση

Επειδή " για να λάμπουν τα ποιήματα
όπως τ' αστέρια" , πρέπει η νύχτα να
είναι ήδη μέσα σου.


Επειδή η αλήθεια φοράει το ωραιότερο
βέλο και η ποίηση το πιο εύθραστο
γοβάκι.


Επειδή, όπως σωστά απεφάνθη ο
Ώντεν, " poetry makes nothing
happen".


Επειδή η μνήμη ποθεί όλο και πε-
ρισσότερη πραγματικότητα, ποθεί να
πλάσει κάτω απ ' το πλευρό του "θέλω",
όχι του " θυμάμαι ".


Επειδή " όταν η ψυχή πάψει να θαυ-
μάζει, έχει ηττηθεί " ( Πεσσόα) .


Ένα μικρό απόσπασμα.

[ Χάρης Βλαβιανός, γιατί γράφω ποίηση, εκδ. Άγρα]

Υ.Γ. Φωτογραφία από 24grammata.com

Τρίτη 5 Ιουλίου 2016

Anne Sexton




















Εθισμένη

Υπνοκάπηλη
Θανατοκάπηλη
με χάπια στις παλάμες κάθε νύχτα,
οκτώ κάθε φορά, από γλυκά μπουκαλάκια
κανονίζω ένα ταξίδι στο σχήμα του ποτηριού.
Είμαι η βασίλισσα της κατάστασης.
Είμαι ειδική σ’ αυτήν την εκδρομή
και τώρα λένε πως είμαι εθισμένη.
Τώρα ρωτούν γιατί.
Γιατί!

Δεν ξέρουν
πως υποσχέθηκα να πεθάνω!
Απλώς εξασκούμαι.
Απλώς διατηρώ τη φόρμα μου.
Τα χάπια είναι μητέρα, όμως πολύ πιο τρυφερή,
πολύχρωμα, νόστιμα σαν ξινές καραμέλλες.
Κάνω δίαιτα – από το θάνατο.

Ναι, το παραδέχομαι
έφτασε να γίνει κάτι σαν συνήθεια –
ζητάει οχτώ τη φορά, με σκεπασμένα μάτια,
σέρνεται από τις ροζ, τις πορτοκαλλιές
τις πράσινες και τις λευκές καληνύχτες.
Γίνομαι ένα είδος χημικού μίγματος.
Αυτό είναι!

Το απόθεμά μου
από ταμπλέτες
πρέπει να κρατήσει χρόνια και χρόνια.
Μου αρέσουν περισσότερο απ’ όσο ο εαυτός μου.
Πεισματάρες σαν την κόλαση, δεν με αποχωρίζονται.
Είναι μια μορφή γάμου
μια μορφή πολέμου:
φυτεύω βόμβες
μέσα μου.

Ναι
Προσπαθώ
να σκοτωθώ με μικρές δόσεις
- μια ακίνδυνη ενασχόληση.
Αλήθεια, πάνω της κρέμομαι.
Όμως, μην ξεχνάτε, δεν κάνω και τόσο θόρυβο.
Και ειλικρινά, κανείς δεν χρειάζεται να με σύρει διά της βίας
ούτε στέκομαι σαν ξύλο τυλιγμένη στο σεντόνι μου.
Είμαι μια μικρή νεραγκούλα στο κίτρινο νυχτικούλι μου
τρώγοντας τα οκτώ τσουρεκάκια μου το ένα μετά το άλλο
και με ορισμένη σειρά, όπως
στην εκκλησία, την ώρα της χειροθεσίας
ή της μαύρης θείας κοινωνίας.

Είναι μια τελετουργία
αλλά όπως κάθε άθλημα
έχει τους κανόνες της.
Είναι σαν μουσικός αγώνας τέννις, όπου
το στόμα μου ανοίγει για να πιάσει το μπαλάκι.
Ύστερα, ξαπλώνω στο βωμό μου
Μεταρσιωμένη από τα οκτώ χημικά φιλιά.

Τι εγκατάλειψη κι αυτή!
με δυο ροζ, δυο πορτοκαλλιές
δύο πράσινες, δύο λευκές καληνύχτες.
Φη-φι-φο-φουμ.
Τώρα είμαι ξένη.
Τώρα είμαι λυώμα.


(από τη συλλογή
Live or Die [1966])

μετάφραση : Κατερίνα Σχινά

Δευτέρα 4 Ιουλίου 2016

Gregory Corso




















 Να πεθαίνεις απ ' τα γέλια

Ήρθα στον κόσμο
και γέλασα μ’ ό,τι είδα.
Πράγματι το σήμερα είναι για γέλια
μα τέτοια γέλια να τα φοβάσαι.
Μπορεί να σε γεμίσουν θλίψη,
θα ‘ταν καλύτερο να μην γελάσεις.
Γέλα με το αύριο
μα κράτα το σήμερα σοβαρό.
Κι αν κλάψω
αφήνοντας τον κόσμο,
τότε σίγουρα είμαι για γέλια
και δεν πιστεύω τίποτα.



        ***


Σκέψη

Ο Θάνατος υπάρχει μα δεν διαρκεί.
Προσπερνώντας ένα νεκρό πουλί
σκέφτεσαι πως είναι νεκρό,
μα μετά περπατάς
και το ξεχνάς.
Η σκέψη παραμένει
και η σκέψη είναι το μόνο
που γνωρίζω
για τον Θάνατο.


       *** 

Εγγύτητα

Ένα αστέρι
είναι τόσο μακριά
όσο το βλέπει
το μάτι
και τόσο κοντά
όσο είναι
σ’ εμένα το μάτι.


Γκρέγκορυ Κόρσο σε μετάφραση Γιάννη Λειβαδά



 
 

Παρασκευή 1 Ιουλίου 2016

Ομάρ Καγιάμ















ΡΟΥΜΠΑΓΙΑΤ


Είν' η Ζωή παράξενο που φεύγει καραβάνι.
Που της θερίζει τη χαρά της Μοίρας το δρεπάνι.
Πες μου, γιατί να θλίβεστε και συλλογιέστε τ' Αύριο ;
Κέρνα μας, κέρνα κεραστή, κι η Νύχτα μας προκάνει.

                      ***

Ω έρωτα να 'ταν βολετό να γίνει όπως το νιώθω
Του κόσμου το σχεδίασμα να σπάσω μ' ένα γρόθο
Και να το παίρναμε ύστερα εγώ και συ στη Μοίρα.
Να μας το πλάσει αρμονιστά με της καρδιάς τον πόθο.

                      ***

Φίλοι μου, σαν θα βρίσκεστε σε γλέντι ή πανηγύρι,
Κι έρθ' η Χαρά με το κρασί που το χορό θα σύρει,
Μην το ξεχνάτε μια φορά παρέα σας πως ήμουν.
Σαν θα ' ρθει ο γύρος μου...στη Γη αδειάστ' ένα ποτήρι.


Μετάφραση: Παύλος  Γνευτός

[ ΟΜΑΡ ΚΑΓΙΑΜ, ΡΟΥΜΠΑΓΙΑΤ, ΕΚΔ. ΕΡΑΤΩ]

Κώστας Ουράνης



















Θα πεθάνω ένα πένθιμο του φθινόπωρου δείλι


Θα πεθάνω ένα πένθιμο του φθινόπωρου δείλι
μες την κρύα μου κάμαρα όπως έζησα: μόνος.
Στη στερνή αγωνία μου τη βροχή θε ν΄ ακούω
και τους γνώριμους θόρυβους που σκορπάει ο δρόμος.

Θα πεθάνω ένα πένθιμο του φθινόπωρου δείλι
μέσα σ΄ έπιπλα ξένα και σε σκόρπια βιβλία.
Θα με βρουν στο κρεβάτι μου, θε να `ρθει ο αστυνόμος.
Θα με θάψουν σαν άνθρωπο που δεν είχε ιστορία.

Απ΄ τους φίλους που παίζαμε πότε πότε χαρτιά,
θα ρωτήσει κανένας τους έτσι απλά: «Τον Ουράνη
μην τον είδε κανείς; Έχει μέρες που χάθηκε...».
Θ΄ απαντήσει άλλος παίζοντας: «Μ΄ αυτός έχει πεθάνει!».

Μια στιγμή θ΄ απομείνουνε τα χαρτιά τους κρατώντας,
θα κουνήσουν περίλυπα και σιγά το κεφάλι.
Θε να πουν: «Τι `ναι ο άνθρωπος! Χθες ακόμα εζούσε...»
και βουβοί στο παιχνίδι τους θα βαλθούνε και πάλι.

Κάποιος θα `ναι συνάδελφος στα «ψιλά» που θα γράψει
πως «προώρως απέθανεν ο Ουράνης στην ξένην,
νέος γνωστός εις τους κύκλους μας, κάποτε είχε εκδώσει
μια συλλογή ποιήματα πολλά υποσχομένην».

Κι αυτή θα `ναι η μόνη του θανάτου μου μνεία.
Στο χωριό μου θα κλάψουνε μόνο οι γέροι γονιοί μου
και θα κάνουν μνημόσυνο με περίσσιους παπάδες,
όπου θα΄ ναι όλοι οι φίλοι μου κι ίσως ίσως οι οχτροί μου.

Θα πεθάνω ένα πένθιμο του φθινόπωρου δείλι
σε μια κάμαρα ξένη, στο πολύβοο Παρίσι.
Και μια Καίτη θαρρώντας πως την ξέχασα γι΄ άλλην,
θα μου γράψει ένα γράμμα και νεκρό θα με βρίσει...

Υ.Γ. Φωτογραφία από diastixo.gr



Γιώργος Χειμωνάς




















Ο εχθρός του ποιητή

Γιατί εχθρός του ποιητή δεν μπορεί να είναι ο
θάνατος. Ο ποιητής δε φοβάται τον θάνατο το λέει.
Ο Θάνατος είναι φυσικός η ποίηση υπερφυσική.
Ποιός μπορεί να είναι τι είναι αυτός ο άγνωστος
εχθρός του ποιητή. Ο προαιώνιος κακούργος των 
ποιητών. Τότε άκουσα τον οιωνό με το κλειστό
το στόμα. Μοίρα του ποιητή είναι η τιμωρία.
Χωρίς κανένα έλεος χωρίς αιτία χωρίς να υπάρχει
έγκλημα. Ο Χριστιανός είναι ένα άγνωστο αδυσώπητο
πλάσμα κακό. Έχει αποστολή κι υπόσταση να τρομάξει.
Να βασανίσει ν' αφανίσει τον ποιητή. Γιατί  ο ποιητής
έχει πάντα ένα εχθρό. Η ποίησή του κι η ζωή του η ίδια
κρέμονται από την αναμέτρησή του μ' αυτόν.
Ποίημα είναι ό,τι διά της βίας σώζεται από τον πόλεμο
του ποιητή μ' αυτόν τον πανίσχυρο φυσικό του εχθρό.
Έτσι ζει πάντα ο ποιητής. Απειλημένος καταπατημένος
δικασμένος. Μέσα στο σκοτάδι γιατί άγρια τον τύφλωσαν.
Με θανάσιμη αγωνία με μεγάλες κινήσεις στον αέρα.
Φυλάγεται αλλά έρχεται πάντα η ώρα που θα τρομάξει
και θα νικηθεί.

* Ένα μικρό απόσπασμα

[ Γιώργος Χειμωνάς,  Ο εχθρός του ποιητή, εκδ. Κέδρος]

Υ.Γ. Φωτογραφία από lifo